Με τον Δημήτρη ήμασταν ζευγάρι ένα χρόνο. Από τις πρώτες φορές που βγήκαμε ραντεβού κατάλαβα ότι έχει μια… ιδιαίτερη σχέση με τη μητέρα του.
Μου είχε πει ότι είναι άρρωστη και επειδή ο πατέρας του είχε πεθάνει πριν από πολλά χρόνια, ανησυχούσε όταν την άφηνε μόνη γιατί ήταν κατάκοιτη. Το σεβάστηκα απόλυτα.
Πέρασε ο καιρός, ποτέ δεν κοιμόταν στο σπίτι μου, παρόλο που περνούσαμε πολύ χρόνο εκεί τα βράδια… είδικά τον πρώτο καιρό. Δεν ήθελε να την αφήσει μόνη μήπως χρειαζόταν κάτι το βράδυ και δεν μπορούσε να σηκωθεί.
Ήμασταν μαζί περίπου ένα χρόνο όταν του είπα ότι θα ήθελα να τη γνωρίσω. Πλησίαζαν και Χριστούγεννα και θεώρησα ότι θα ναι ευκαιρία. Ούτε διακοπές δεν είχαμε πάει λόγο της κατάστασής της, γι αυτό και πρότεινα να περάσουμε και την ημέρα των Χριστουγέννων όλοι μαζί, αντί να παω στου δικούς μου.
Εκείνος θυμάμαι σάστισε και προσπαθούσε να βρει δικαιολογίες. Επέμεινα και στο τέλος τσακωθήκαμε πολύ. Υπέκυψε όμως. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί είχε αντιδράσει. Πίστεψα ότι ίσως ντρέπεται να δω σε άσχημη κατάσταση τη μαμά του ή ακόμα και το σπίτι…
Φτάνει η μέρα να παω στο σπίτι τους. Λοιπόν η μαμά του όχι απλά δεν ήταν κατάκοιτη, αλλά και νεότατη και είχε και πολύ ενέργεια. Βαμμένη, με το μαλλί στην πένα και νεανικό ντύσιμο. Έπαθα σοκ.
Φαινόταν ότι χάρηκε πολύ ππυ με γνωρίζει γιατί όπως είπε “Να ξεκολλήσει λίγο από πάνω της ο γιος της”. Είχα μείνει με ανοιχτό το στόμα. Εκείνος έκανε σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Χαμογελούσε σαν παιδάκι.
Η μαμα του όση ώρα τρώγαμε, του έβαζε στο πιάτο φαγητό, του έλεγε να φάει κι άλλη σαλατούλα γιατί κάνει καλό, και να μη φάει πολύ γλυκό γιατί κάνει κακό στα δόντια του και ήδη έχει ταλαιπωρηθεί πολύ.
Περιττό να σας πω πως είχα ξενερώσει όσο δεν φαντάζεστε. Ένιωθα λες και βλέπω ταινία. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Αφού η μανούλα μου είπε πόσο όμορφη είμαι και πόσο χάρηκε που με γνώρισε και να πάμε μαζί την επόμενη εβδομάδα κομμωτήριο, είπε ότι μας αφήνει λίγο μόνους στο σαλόνι γιατί ήθελε να πάει για ύπνο.
Προτού πάει στο δωμάτιό της, είπε στον Δημητράκη να “μην αργήσει γιατί έχει να ξυπνήσει πρωί αύριο” και “να μην κάνουμε τίποτα πονηρό στο σπίτι της”.
Εννοείται ότι έφυγα στο επόμενο πεντάλεπτο και δεν απάντησα ξανά στα τηλέφωνα που με έπαιρνε!
Ακόμα τρέχω – ούτε να το θυμάμαι δεν θέλω πια! Αλλά δεν μπορούσα να μην σας το γράψω!
Αλεξάνδρα, 33 ετών
** Στείλτε μας και εσείς τη δικιά σας ιστορία στο badmomsgr@gmail.com – οι οποίες δημοσιεύονται με ψευδώνυμο **