ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Ο πραγματικός έρωτας του άντρα μου δεν ήμουν εγώ, αλλά τώρα πια τον καταλαβαίνω

Θα ήθελα να σας πω μια ιστορία. Μια ιστορία που δεν μιλάει για πριγκίπισσες και δράκους. Μια ιστορία που δεν έχει ευτυχισμένο τέλος. Μια ιστορία που με είχε στοιχειώσει για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Και δεν είναι καν η δική μου ιστορία.

“Ο Θωμάς ήταν το καμάρι των γονιών του. Σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας στη δεκαετία του 60, τα λεφτά δεν υπήρχαν σε κανένα σπιτικό, αλλά αυτό που έκανε έναν άντρα να ξεχωρίζει ήταν η εργατικότητα, η καλοσύνη και το φιλότιμο. Και από αυτές τις αρετές ήταν γεμάτος ο Θωμάς, για αυτό και όλοι είχαν να πουν έναν καλό λόγο για εκείνον στο χωριό.

Τίμιο παιδί, όταν ήρθε η ώρα να λογοδοθεί με μια καλή κοπέλα δεν το πολυσκέφτηκε. Με το Μαράκι τα είχαν συμφωνήσει πολύ καιρό στα κρυφά. Μετά το φανταρικό του θα παντρεύονταν, με ένα γάμο που θα χαλούσε κόσμο. Άλλωστε την αγαπούσε απο παιδί, αν και αυτό δεν της το είχε φανερώσει ποτέ γιατί δεν ήθελε να φανεί αδύναμος στα μάτια της. Ήταν όμως ο κρυφός και ανομολόγητος πόθος του από πιτσιρικάς, όταν την είχε δει με το άσπρο της φόρεμα, να κάθεται σε ένα στασίδι στην εκκλησία, ανήμερα Μεγάλη Παρασκευή. Από τότε είχε βάλει σκοπό στη ζωή του να την κάνει γυναίκα του και πάλευε νύχτα μέρα για να γίνει αντάξιος της.

Κόρη του προέδρου του χωριού το Μαράκι βλέπεις, ενώ εκείνος ήταν γιός ενός απλού αγρότη. Για το Μαράκι βέβαια αυτό δεν είχε καμία σημασία. Υγεία να υπάρχει και όλα φτιάχνονται. Για τον περίγυρο όμως και για την οικογένειά της, ίσως ο Θωμάς να φαινόταν λίγος. Διστακτικά και με λίγο φόβο ανακοίνωσε στους γονείς της πως ήθελε να παντρευτεί τον Θωμά. Περίμενε καυγά αλλά αντί για αυτό είδε τους γονείς της να γελούν. Όπως φαίνεται όλοι γνώριζαν το δεσμό της με το Θωμά και δεν είχαν καμία αντίρρηση, αφού ήταν τόσο εργατικό και λογικό παιδί. Άλλωστε και ο πατέρας της από το τίποτα ξεκίνησε και δημιούργησε την περιουσία του με τα χέρια του και το μυαλό του. Αυτά ήταν τα απαραίτητα στοιχεία που ήθελε να έχει ο μελλοντικός γαμπρός του και ο Θωμάς ήταν ιδανικός για την κορούλα του. Εκείνη τη στιγμή το Μαράκι συνειδητοποίησε δύο πράγματα: Το πρώτο ήταν το πόσο την αγαπούσαν οι γονείς της και το δεύτερο πως ο έρωτας και ο βήχας δεν κρύβονται με τίποτα.

Όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους λοιπόν και το μέλλον των δύο παιδιών δεν θα μπορούσε να φαντάζει πιο ιδανικό. Η μοίρα όμως είχε άλλα σχέδια. Κάποιες φορές το κακό το μάτι δεν φαντάζει μια ανόητη δεισιδαιμονία. Το ζευγάρι αυτό το καμάρωνε όλο το χωριό και όλοι είχαν να πουν για το πόσο αρμονικό ήταν αυτό το ταίριασμα. Όταν λοιπόν μαθεύτηκαν τα άσχημα μαντάτα, όλοι στον τόπο πάγωσαν.

Όλοι γνώριζαν πως στον πρόεδρο άρεσε να τζογάρει και πως είχε ιδιαίτερη αδυναμία στο μπαρμπούτι. Κατά καιρούς έπαιζαν στο καφενείο του χωριού, έτσι για να περάσει η ώρα τους, αλλά εκείνος φαινόταν πως έπαιρνε πιο σοβαρά το παιχνίδι. Οι φήμες έδιναν και έπαιρναν για τις οικονομικές δυσκολίες που είχε ο άρχοντας του χωριού, αλλά κανείς δεν γνώριζε για την μανία που είχε αποκτήσει με το παιχνίδι και τον εθισμό του στην νίκη. Οι τοκογλύφοι δεν άργησαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους και το πράγμα είχε αρχίσει να ξεφεύγει.

Μέχρι εκείνη την βροχερή μέρα που ήρθαν για πολλοστή φορά από την πόλη για να ζητήσουν τα λεφτά τους, που ήδη είχαν καθυστερήσει τέσσερις μήνες. Ο πρόεδρος αρνήθηκε και βγήκαν τα πιστόλια. Η γυναίκα του άρχισε να ουρλιάζει και δύο σφαίρες την βρήκαν κατευθείαν στην καρδιά. Σειρά είχε ο πατέρας, που δέχτηκε μια στο κεφάλη. Δυστυχώς ούτε το Μαράκι γλίτωσε από τη δολοφονική μανία. Την χτύπησαν αλύπητα. Δεν σκέφτηκαν ούτε τα νιάτα της, ούτε την ομορφιά της. Την άφησαν να κείτεται στο πάτωμα του σαλονιού, νομίζοντας πως την είχαν αποτελειώσει. Πήραν από το σπίτι ότι πολύτιμο μπόρεσαν να βρουν και εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνη πίσω τους.

Οι γείτονες έτρεξαν να βοηθήσουν την άτυχη οικογένεια αλλά ήταν πολύ αργά. Μόνο το Μαράκι ανέπνεε ακόμα με δυσκολία και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Οι γιατροί έκαναν ό΄τι μπορούσαν για να την σώσουν και τα κατάφεραν, αλλά το κόστος ήταν πολύ μεγάλο. Το άτυχο κορίτσι αδυνατούσε πλέον να μιλήσει, να σταθεί, να φάει ή να περπατήσει. Δεν έδειχνε να αντιλαμβάνεται την παρουσία κάποιου ή να μπορεί να αναγνωρίσει πρόσωπα. Είχε μείνει πλέον φυτό.

Καθόλη τη διάρκεια των επίπονων χειρουργείων και της αναμονής, ο Θωμάς ήταν δίπλα της να την φροντίζει και να την προσέχει. Έστω και αν το κορίτσι δεν έδειχνε σημάδια πως καταλαβαίνει την παρουσία του εκεί, ο Θωμάς ήταν σίγουρος πως το ένιωθε και δεν ήθελε η γυναίκα του να νιώθει μόνη. Γιατί γυναίκα του την ένιωθε και ας μην είχαν προλάβει να στεφανωθούν.

Άπειρα ξενύχτια, αγωνίες και δάκρυα συνόδευαν τον Θωμά για τουλάχιστον τρία χρόνια. Από το νοσοκομείο την μετέφερε σε ένα κέντρο φροντίδας, για να μπορέσει να έχει την καλύτερη δυνατή περιποίηση το Μαράκι του. Όλα φυσικά με έξοδα του Θωμά, του οποίου η ζωή ήταν μόνο δουλειά και επισκέψεις στο Μαράκι… Και λίγος ύπνος όποτε έβρισκε χρόνο. Οι γονείς του είχαν αρχίσει να ανυσηχούν πλέον για την πορεία του γιού τους και αποφάσισαν να του μιλήσουν. Του εξήγησαν πως δεν γινόταν άλλο να μαραζώνει και να χάνει τα καλύτερά του χρόνια πάνω από το κρεβάτι ανός νοσοκομείου. Του είπαν πως η ζωή περνάει και το Μαράκι θα ήθελε να προχωρήσει πλέον μπροστά. Του μίλησαν με γλύκα και ειλικρίνεια και ο Θωμάς τους άκουσε. Πάντα τους άκουγε τους γονείς του και εκτιμούσε την γνώμη τους. Και αυτή τη φορά ήξερε πως είχαν δίκιο σε όλα εκτός από ένα: δεν θα έπαιρνε ποτέ καμία άλλη τη θέση της Μαρίας στην καρδιά του. Για αυτό ήταν σίγουρος.

Και τα χρόνια συνέχισαν να παιρνούν. Ο Θωμάς μετακόμισε στην Αθήνα και άνοιξε δικό του συνεργείο αυτοκινήτων. Βρήκε και μια καλή κοπέλα και αποφάσισε να προχωρήσει τη ζωή του μαζί της. Τον βοηθούσε πάρα πολύ η γλύκα της και η ανεμελιά της. Του θύμιζε εποχές πιο απλές και κοντά της ένιωθε ήρεμος. Αυτά τα στοιχεία ήταν όλα όσα του ήταν απαραίτητα, αφού οι εφιάλτες που τον κυνηγούσαν όλα αυτά τα χρόνια, κοντά της φαίνονταν να υποχωρούν. Φυσικά δεν της μίλησε ποτέ για τη Μαρία και ξεκαθάρισε στους δικούς του πως το παρελθόν ανήκε στο παρελθόν και δεν ήθελε να το ζωντανέψει ξανά.

Και φυσικά οι δικοί του συμφώνησαν μαζί του και ποτέ δεν πρόδωσαν την εμπιστοσύνη του, κυρίως γιατί είχαν συνειδητοποιήσει πως η αγάπη του γιού τους για την Μαρία δεν είχε πάψει ποτέ και η εύθραυστη ψυχολογία του δεν θα άντεχε να πρέπει να δώσει εξηγήσεις στην νέα του αγαπημένη. Και τα χρόνια συνέχισαν να προχωρούν αργά και σταθερά.

Ο Θωμάς παντρεύτηκε και είχε πλέον ένα δικό του γιό, που ήταν το καμάρι και η ελπίδα του. Δεν είχε αποκαλύψει σε κανέναν πως ήταν εκείνος που πλήρωνε την νοσηλεία της Μαρίας στην μονάδα φροντίδας, ούτε πως την επισκεπτόταν μια φορά τον χρόνο, ίσα για να της πιάσει το χέρι και να της πει τα νέα του. Η ζωή κυλούσε ήρεμα και τα συναισθήματα ήταν προσεκτικά διπλωμένα και τακτοποιημένα σε ένα κουτάκι στο βάθος της καρδιάς του.

Τίποτα δεν προμύνηε αυτό που θα ακολουθούσε, όταν ένα πρωί σαν όλα τα άλλα και ενώ η γυναίκα του είχε πάει το παιδί στο σχολείο, ο Θωμάς δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από το κλινική που φιλοξενούσε την Μαρία.” Αγαπητέ κύριε Πετρίδη, η νοσηλευόμενη κυριά Μαρία Θεοδοσίου απεβίωσε σήμερα τα ξημερώματα μετά από ανακοπή καρδιάς που υπέστη”.

Μέσα σε δευτερόλεπτα, όλα όσα πάλευε να πνίξει ο Θωμάς για χρόνια βγήκαν βίαια στην επιφάνεια και η συνέχεια ήταν μονόδρομος.

Η γυναίκα του ενημερώθηκε από την αστυνομία πως βρέθηκε το πτώμα του συζύγου της, ενώ οι γονείς του δεν είχαν καμία αμφιβολία για τη σύνδεση των δύο γεγονότων, αφού στο χωριό είχε ήδη γίνει γνωστός και ο θάνατος της Μαρίας.

Το ζευγάρι πλέον ήταν μαζί. Και δεν θα τους χώριζε πλέον τίποτα “

Όταν έμαθα αυτήν την ιστορία, ήταν ήδη πολύ αργά για να προσπαθήσω να αλλάξω την πορεία της. Στην αρχή ένιωσα απίστευτο πόνο. Ο πόνος έγινε θυμός και ο θυμός απορία. Γιατί επέλεξε να δώσει τέλος στη ζωή του, ενώ όλα έδειχναν πως η ζωή απλωνόταν μπροστά του ανθισμένη με ροδοπέταλα; Γιατί άφησε το παιδί του χωρίς πατέρα;

Καθώς περνούσαν τα χρόνια όμως κατάλαβα πως κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο τυχεροί που βρίσκουν στην ζωή τους αυτό που λέμε “το άλλο τους μισό”. Και τόσο άτυχοι που αν το χάσουν, χάνουν τον ίδιο τους τον εαυτό.

Τώρα το ξέρω. Όταν όμως με άφησε μόνη με ένα μικρό παιδί δεν μπορούσα να το δω έτσι. Πλέον όμως με τον γιό μου προχωρήσαμε στη ζωή και ο πατέρας του έχει γίνει μέσα μας μια γλυκιά ανάμνηση, που ελπίζουμε να έχει βρει την γαλήνη στην αγκαλία της παντοτινής αγαπημένης του.

Ανώνυμη Αναγνώστρια

** Αυτή η συγκλονιστική ιστορία είναι βασισμένη σε αληθινή ιστορία αναγνώστριας. Λεπτομέρειες έχουν αλλάξει και έχουν εγκριθεί από την ίδια.**

*** Στείλτε μας και εσείς τις δικές σας ιστορίες στο badmomsgr@gmail.com οι οποίες θα δημοσιεύονται με ψευδώνυμο***


Warning: printf(): Too few arguments in /var/www/vhosts/seanergy-mare.com/badmoms.gr/wp-content/themes/vandana-lite/inc/extras.php on line 118

You may also like

Leave a Reply

Your email address will not be published.